- παγαία
- ηναυτ. μικρό κουπί με σχήμα φτυαριού που δεν προσδένεται σε σκαλμό, αλλά βυθίζεται με το χέρι κάθετα στο νερό κοντά στην πλευρά τής βάρκας, για να την ωθεί προς τα εμπρός.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. pagaie από τ. Μαλαισιακού ιδιώματος].
Dictionary of Greek. 2013.